Σε λίγες ώρες ανοίγει η κάλπη μιας
πρωτόγνωρης για τη χώρα και τους πολίτες εκλογικής μάχης, αδιάφορη ως
προς το αποτέλεσμα, ενδιαφέρουσα ως προς τις διεργασίες που θα την
ακολουθήσουν. Επτά εκατομμύρια Έλληνες, μεγάλο ποσοστό των οποίων
άνεργοι, νέοι με πετσοκομμένα όνειρα, γέροι στα όρια της πενίας,
επαγγελματίες και επιχειρηματίες χρεοκοπημένοι, πολίτες στα όρια της
απόγνωσης, ψήφισαν μέσα σε ένα απόλυτο πολιτικό σκοτάδι με οργή και
θυμό. Μια οργή στην οποία επένδυσαν όλα τα κόμματα που θα αναδειχθούν
στην επόμενη βουλή, όποτε αυτή και αν καταφέρει να συσταθεί. Μια οργή
που αποτέλεσε το αντικείμενο διχαστικών προεκλογικών επιθέσεων άρνησης,
ένθεν κακείθεν του πολιτικού σκηνικού, με ανάγωγες συμπεριφορές και
νταηλίδικους συμβολισμούς. Χωρίς κανένας να δείξει ή να δεσμευτεί για το
που θέλει να οδηγήσει τους Έλληνες. Η ιδεολογία του λαϊκισμού,
που διατρέχει όλα τα κόμματα, έριξε τα τείχη ανάμεσα στα κόμματα
εξουσίας και στα κόμματα διαμαρτυρίας.
Είναι η πρώτη φορά ωστόσο, μετά από 40 χρόνια Μεταπολίτευσης, που το αποτέλεσμα της κάλπης θα αμφισβητήσει επιτακτικά την πολιτική νομιμοποίηση της επόμενης κυβέρνησης συνεργασίας. Το διακύβευμα της Δευτέρας 7 Μαΐου επαναφέρει σε πρώτο πλάνο μια γνωστή από τα παλιά συζήτηση: Πόσο αντιπροσωπευτικό της λαϊκής βούλησης είναι το πολιτικό μας σύστημα; Η στρέβλωση που θα βιώσουμε τις επόμενες ώρες της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των εκλογών, σε μια μακρά και επίπονη διαδικασία, θα αναδείξει δύο ζητήματα: αφενός ότι η νεοελληνική Δημοκρατία ως η Δημοκρατία του δικομματισμού βιαίως νοθεύει τη βούληση των πολιτών και αφετέρου ότι η νεοελληνική Δημοκρατία ως υπηρετούσα επί μακρόν την ιδεολογία του λαϊκισμού είναι, πλέον, ανίκανη να ορθώσει αναχώματα στους κινδύνους που ορατά σήμερα την απειλούν.
Αυτή η διαδικασία εκκίνησε από την ανευθυνότητα που επέδειξαν οι πολιτικές ηγεσίες στη διαχείριση της κρίσης τη στιγμή που ξεσπούσε. Προκρίθηκαν οι ψεύτικες υποσχέσεις για να ακολουθήσουν σήμερα τα παγωμένα χαμόγελα των πολιτικών ηγετών, που μέσα από άγουστες καμπάνιες επιχειρούν να τονώσουν την αισιοδοξία των πολιτών, επιτυγχάνοντας ασφαλώς ακριβώς το αντίθετο. Αυτή η διαδικασία κορυφώθηκε την ημέρα της κατάργησης του ρόλου της αντιπολίτευσης στη συνείδηση των πολιτών, με την συγκυβέρνηση. Το momentum ενός σύγχρονου και ισχυρού πολιτικά «ΟΧΙ», που θα μόχλευε την πολιτική διαβούλευση με την Ευρώπη και τους δανειστές, ή ενός αρχικού ηχηρού «ΝΑΙ» που θα υπηρετούσε βαθιά τη Δημοκρατία των συγκλίσεων, περιχαρακώθηκε στις προσωπικές φιλοδοξίες ανίσχυρων πολιτικών ανδρών. Ανδρών που εκδράμουν στον πολιτικό τουρισμό, ή εγγράφουν στο βιογραφικό τους κενούς τίτλους στην αριστοκρατική τους προέλευση.
Το έλλειμμα στρατηγικού σχεδιασμού, αλλά και ενός ορατού κατανοητού προορισμού για την κοινωνία μας, έχει ήδη εκβιάσει τις επιλογές των πολιτών. Οι Έλληνες με κινητήριο δύναμη την οργή, απέναντι στο διωγμό που αντιμετωπίζουν θα αλλάξουν τον πολιτικό χάρτη από μπλε και πράσινο σε ένα πολύχρωμο πάτσγουορκ, μια εξέλιξη που το πολιτικό προσωπικό αδυνατεί να κατανοήσει, αποκομμένο από τον κοινωνική πραγματικότητα και αποκλεισμένο στις πολιτικές Βερσαλλίες του πάλε ποτέ κραταιού δικομματισμού. Μια εντολή, μάλιστα, που προκαταβολικά όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί επιδιώκουν να αλλοιώσουν με ιδιοτέλεια, ρεβανσισμό και δίψα για εξουσία.
Τα πολιτικά κόμματα και οι ηγέτες τους επένδυσαν στην κοινωνική αδράνεια του πελατειακού συστήματος, Αυτό το πελατειακό σύστημα ευνόησε τους εκλεκτούς όλων των πολιτικών κομμάτων, άσχετα με τον μανδύα του προοδευτικού και αντικομφορμιστή που αρέσκεται να φοράει η πλέον συντηρητική πτέρυγα του πολιτικού προσωπικού. Ακολούθησε μια περίοδος παρελκυστικών μεθοδολογιών από το 2009 μέχρι και σήμερα, οι οποίες έχουν οδηγήσει τη χώρα και τους πολίτες στο σημερινό αδιέξοδο ενός διλλήματος επιβίωσης. Ακόμη και αυτή τη στιγμή που η κρίση απειλεί το δικομματισμό με συντριβή, οι πολιτικές ηγεσίες συνεχίζουν να μετέρχονται τα γνωστά κολπάκια: Θέτουν την λύση του προβλήματος στο Ναπολεόντειο «Εγώ είμαι το κράτος». Διαμορφώνουν στην συνείδηση των πολιτών την αλαζονική νοοτροπία ταύτισης της πολιτικής και νομοθετικής εξουσίας με την κυβερνητική εκτελεστική λειτουργία. Στηρίζουν ως συγκριτικό πλεονέκτημα της πρότασης του καθενός, τη δική τους παρουσία στην ηγεσία του τόπου. Οι σύγχρονοι «Ναπολέοντες», που με την χρήση του «ΕΓΩ» σχεδιάζουν το μέλλον του τόπου, θα αναλάβουν από τη Δευτέρα τις εντολές σχηματισμού κυβέρνησης μέσα στη θολούρα του ναρκισσισμού τους: θολή η ψήφος των πολιτών, θολή η εντολή, θολή η διακυβέρνηση.
Οι πολίτες, την ίδια ώρα, παρακολουθούν στο δημόσιο λόγο έναν εξευτελιστικό σφετερισμό της συνταγματικής «εντολής σχηματισμού κυβέρνησης». Μιας εντολής που αποτελεί το αντικείμενο του πόθου όλων των αρχηγών. Λες και η ανάληψή της θα καθορίσει την ουσία διακυβέρνησης. Μιας διακυβέρνησης για την οποία κανένας δεν έχει αρθρώσει κουβέντα. Ταυτίζουν τη διάσωση της χώρας με το πρόσωπο ή την πολιτική ή συνδικαλιστική κάστα που εκπροσωπούν. Εκβιάζουν τους πολίτες και επιβάλουν την παρουσία τους ως το μεταρρυθμιστικό εργαλείο εξεύρεσης λύσης. Και το κάνουν με όρους, ρητορική και μεθόδους κοινωνικής εκδίκησης. Ξυπνάνε στους πολίτες τα χειρότερα ένστικτα επιβολής και αντιπαλότητας ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες για την επιβίωση τους. Οδηγούν τη χώρα χωρίς πρόταση και προορισμό, στο χάος και την παρακμή. Προχωρούν με πολιτικούς και κοινοβουλευτικούς ακροβατισμούς και κατά το δοκούν ερμηνεία των όρων του πολιτικού παιχνιδιού. Τρομάζουν με την ανεπάρκειά τους τον αστικό κόσμο της χώρας, ο οποίος έχει άρει την εμπιστοσύνη του εμπράκτως μεταφέροντας τα κεφάλαιά του στο εξωτερικό, άλλο ένα χτύπημα στο ολιστικό face loss που υπέστη η χώρα. Ποινικοποιούν στην κοινωνική συνείδηση το νόμιμο δικαίωμα προστασίας της περιουσίας του καθενός, με στόχο να χειραγωγήσουν τη ροή του πλούτου με τις παραδοσιακές αδιαφανείς μεθόδους του κομματικού κράτους. Έχω, σε όλους τους τόνους, ξεκαθαρίσει ότι ο αστικός πολιτικός κόσμος δεν πρέπει να κιοτέψει. Γιατί αποτελεί το μόνο ανάχωμα στην πολιτική αποσύνθεση του τόπου.
Η χώρα ακυβέρνητη οδεύει σε μια μακρά περίοδο ακραίων πολιτικών και, συνεπακόλουθα, κοινωνικών εγκλημάτων. Στο όνομα της επιβίωσης θα τσαλαπατούν εφ’ εξής οι κυβερνήσεις με την ελλιπή πολιτική νομιμοποίηση, κάθε μορφή συνεκτικότητας της κοινωνίας και αποδοχής των στοιχειωδών κανόνων της Ελληνικής κρατικής οντότητας. Ο κίνδυνος του λαϊκισμού των πολλών μικρών κομμάτων ισορροπεί με τον κίνδυνο της ανευθυνότητας των κομμάτων εξουσίας. Κόμματα εξουσίας που ακόμα και σήμερα δεν επιθυμούν να εξεύρουν λύσεις, παρά μόνο να διαιωνίσουν το κατεστημένο μοντέλο τους.
Στην Ελλάδα δεν ψηφίζουν «Ελβετοί φεντεραλιστές» που θα εκτονώσουν την οργή τους στην κάλπη με λογική χωρίς συναίσθημα. Την επόμενη ημέρα των εκλογών, ανεξαρτήτως αποτελέσματος και διαμόρφωσης κυβέρνησης, δεν θα δημιουργηθεί αυτόματα ένα δίχτυ προστασίας των πολιτών που θα τους διασώσει από τον μέχρι σήμερα διωγμό. Την επόμενη ημέρα δεν θα υπάρξουν περιθώρια λύσης, αλλά ανταγωνισμός προσωπικής ματαιότητας ηττημένων και νικητών. Το πολιτικό νταηλίκι και οι εύκολες και ανόητες θέσεις θα αποτελέσουν το σημείο τριβής και το έναυσμα για το μεγαλύτερο βάθεμα του διχασμού μιας κοινωνίας χωρίς όραμα.
Το πολιτικό πρόβλημα της χώρας δεν αφορά, βέβαια, μόνο την Ελληνική Φαβέλα και τον οπορτουνισμό των πολιτικών ταγών της χώρας. Ούτε και τράφηκε χωρίς ευθύνη της Ευρώπης, των δανειστών και των εταίρων. Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι σύμπτωμα και όχι η ασθένεια μιας Ευρώπης που αδυνατεί να διαχειριστεί πολιτικά τα προβλήματα των λαών της.
Δεν χρειαζόμαστε ακόμα μια κυβέρνηση «βίας και νοθείας», από προπαγανδιστικούς μηχανισμούς εικονικής πραγματικότητας των ΜΜΕ, που αλλοιώνουν την επιθυμία των Ελλήνων. Ούτε και η Ευρώπη αντέχει άλλες τέτοιου είδους στρεβλώσεις. Οι Έλληνες έχουν ανάγκη μιας ισχυρής πλειοψηφίας που θα ξεκινά από μια άδολη και ακομμάτιστη κοινωνική συλλογικότητα.
Το πολιτικό προσωπικό της χώρας μας, όμως, με την νοοτροπία του αρχοντοχωριάτη κοιτάζει την πυρκαγιά στο στάβλο του, αγνοώντας την λαίλαπα φωτιάς που έρχεται από την Ευρώπη. Η Ευρώπη, από την άλλη, χρειάζεται πολιτική ενοποίηση με διαδικασίες που θα αγγίζουν οριζόντια και κάθετα όλους τους λαούς που τη συνθέτουν, για να αντιμετωπίσει τη δική της μεγάλη κρίση. Μια πολιτική ενοποίηση που θα ενσωματώσει μέσα στο DNA της τα πραγματικά προβλήματα της καθημερινότητας, των ανισοτήτων και των ιδιαιτεροτήτων που θα διαμορφώσουν το πολιτικό διακύβευμα της Νέας Ευρώπης.
Η Ευρώπη, όπως και η Ελλάδα, χρειάζεται ένα New Deal. Που να ξεκινά από την κοινή πολιτική αντίληψη των λαών της, και να καταλήγει σε μια νέα Αναγέννηση στα πρότυπα των Ευρωπαϊκών νοοτροπιών. Με σεβασμό στην βαθιά και μακρόχρονη ιστορία της γηραιάς ηπείρου. Στο πλαίσιο αυτό, εμείς στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, αξιολογούμε να ζητήσουμε σε συνεργασία με την Επιτροπή των Περιφερειών της ΕΕ να στηρίξει την πρώτη πρόταση που θα υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Πολιτών. Αντικείμενο της πρότασης θα είναι το αίτημα για έκδοση νομοθετικής πράξης η οποία θα θεσμοθετεί τη σύσταση «Ευρωπαϊκής Περιφερειακής Ομοσπονδίας». Στόχος μας να ξεκινήσει μια πολιτική και όχι μόνο οικονομική προσέγγιση της Ευρώπης των Περιφερειών, στην αντιμετώπιση της έλλειψης πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης.
Οι λύσεις απαιτούν καινοτομία στην παραγωγή πολιτικής και όχι τρόμο στην κοινωνική συλλογικότητα για χειραγώγηση των αδυναμιών ενός λαού. Αυτό κάνουμε εμείς κόντρα στη ρητορική της κατάχρησης των δικαιωμάτων του Ελληνικού λαού, που διώκεται από το κράτος και οδηγείται με κλειστά τα μάτια στους προστάτες βαρβάρους της επόμενης βουλής. Μέρα με την ημέρα, με σκληρή δουλειά και στοχοπροσήλωση, το μοντέλο που κατίσχυσε στην Πελοπόννησο μπορεί να αποτελέσει τον οδοδείκτη για τη Νέα Ελλάδα.
*Ο Πέτρος Τατούλης είναι περιφερειάρχης Πελοποννήσου
Είναι η πρώτη φορά ωστόσο, μετά από 40 χρόνια Μεταπολίτευσης, που το αποτέλεσμα της κάλπης θα αμφισβητήσει επιτακτικά την πολιτική νομιμοποίηση της επόμενης κυβέρνησης συνεργασίας. Το διακύβευμα της Δευτέρας 7 Μαΐου επαναφέρει σε πρώτο πλάνο μια γνωστή από τα παλιά συζήτηση: Πόσο αντιπροσωπευτικό της λαϊκής βούλησης είναι το πολιτικό μας σύστημα; Η στρέβλωση που θα βιώσουμε τις επόμενες ώρες της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των εκλογών, σε μια μακρά και επίπονη διαδικασία, θα αναδείξει δύο ζητήματα: αφενός ότι η νεοελληνική Δημοκρατία ως η Δημοκρατία του δικομματισμού βιαίως νοθεύει τη βούληση των πολιτών και αφετέρου ότι η νεοελληνική Δημοκρατία ως υπηρετούσα επί μακρόν την ιδεολογία του λαϊκισμού είναι, πλέον, ανίκανη να ορθώσει αναχώματα στους κινδύνους που ορατά σήμερα την απειλούν.
Αυτή η διαδικασία εκκίνησε από την ανευθυνότητα που επέδειξαν οι πολιτικές ηγεσίες στη διαχείριση της κρίσης τη στιγμή που ξεσπούσε. Προκρίθηκαν οι ψεύτικες υποσχέσεις για να ακολουθήσουν σήμερα τα παγωμένα χαμόγελα των πολιτικών ηγετών, που μέσα από άγουστες καμπάνιες επιχειρούν να τονώσουν την αισιοδοξία των πολιτών, επιτυγχάνοντας ασφαλώς ακριβώς το αντίθετο. Αυτή η διαδικασία κορυφώθηκε την ημέρα της κατάργησης του ρόλου της αντιπολίτευσης στη συνείδηση των πολιτών, με την συγκυβέρνηση. Το momentum ενός σύγχρονου και ισχυρού πολιτικά «ΟΧΙ», που θα μόχλευε την πολιτική διαβούλευση με την Ευρώπη και τους δανειστές, ή ενός αρχικού ηχηρού «ΝΑΙ» που θα υπηρετούσε βαθιά τη Δημοκρατία των συγκλίσεων, περιχαρακώθηκε στις προσωπικές φιλοδοξίες ανίσχυρων πολιτικών ανδρών. Ανδρών που εκδράμουν στον πολιτικό τουρισμό, ή εγγράφουν στο βιογραφικό τους κενούς τίτλους στην αριστοκρατική τους προέλευση.
Το έλλειμμα στρατηγικού σχεδιασμού, αλλά και ενός ορατού κατανοητού προορισμού για την κοινωνία μας, έχει ήδη εκβιάσει τις επιλογές των πολιτών. Οι Έλληνες με κινητήριο δύναμη την οργή, απέναντι στο διωγμό που αντιμετωπίζουν θα αλλάξουν τον πολιτικό χάρτη από μπλε και πράσινο σε ένα πολύχρωμο πάτσγουορκ, μια εξέλιξη που το πολιτικό προσωπικό αδυνατεί να κατανοήσει, αποκομμένο από τον κοινωνική πραγματικότητα και αποκλεισμένο στις πολιτικές Βερσαλλίες του πάλε ποτέ κραταιού δικομματισμού. Μια εντολή, μάλιστα, που προκαταβολικά όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί επιδιώκουν να αλλοιώσουν με ιδιοτέλεια, ρεβανσισμό και δίψα για εξουσία.
Τα πολιτικά κόμματα και οι ηγέτες τους επένδυσαν στην κοινωνική αδράνεια του πελατειακού συστήματος, Αυτό το πελατειακό σύστημα ευνόησε τους εκλεκτούς όλων των πολιτικών κομμάτων, άσχετα με τον μανδύα του προοδευτικού και αντικομφορμιστή που αρέσκεται να φοράει η πλέον συντηρητική πτέρυγα του πολιτικού προσωπικού. Ακολούθησε μια περίοδος παρελκυστικών μεθοδολογιών από το 2009 μέχρι και σήμερα, οι οποίες έχουν οδηγήσει τη χώρα και τους πολίτες στο σημερινό αδιέξοδο ενός διλλήματος επιβίωσης. Ακόμη και αυτή τη στιγμή που η κρίση απειλεί το δικομματισμό με συντριβή, οι πολιτικές ηγεσίες συνεχίζουν να μετέρχονται τα γνωστά κολπάκια: Θέτουν την λύση του προβλήματος στο Ναπολεόντειο «Εγώ είμαι το κράτος». Διαμορφώνουν στην συνείδηση των πολιτών την αλαζονική νοοτροπία ταύτισης της πολιτικής και νομοθετικής εξουσίας με την κυβερνητική εκτελεστική λειτουργία. Στηρίζουν ως συγκριτικό πλεονέκτημα της πρότασης του καθενός, τη δική τους παρουσία στην ηγεσία του τόπου. Οι σύγχρονοι «Ναπολέοντες», που με την χρήση του «ΕΓΩ» σχεδιάζουν το μέλλον του τόπου, θα αναλάβουν από τη Δευτέρα τις εντολές σχηματισμού κυβέρνησης μέσα στη θολούρα του ναρκισσισμού τους: θολή η ψήφος των πολιτών, θολή η εντολή, θολή η διακυβέρνηση.
Οι πολίτες, την ίδια ώρα, παρακολουθούν στο δημόσιο λόγο έναν εξευτελιστικό σφετερισμό της συνταγματικής «εντολής σχηματισμού κυβέρνησης». Μιας εντολής που αποτελεί το αντικείμενο του πόθου όλων των αρχηγών. Λες και η ανάληψή της θα καθορίσει την ουσία διακυβέρνησης. Μιας διακυβέρνησης για την οποία κανένας δεν έχει αρθρώσει κουβέντα. Ταυτίζουν τη διάσωση της χώρας με το πρόσωπο ή την πολιτική ή συνδικαλιστική κάστα που εκπροσωπούν. Εκβιάζουν τους πολίτες και επιβάλουν την παρουσία τους ως το μεταρρυθμιστικό εργαλείο εξεύρεσης λύσης. Και το κάνουν με όρους, ρητορική και μεθόδους κοινωνικής εκδίκησης. Ξυπνάνε στους πολίτες τα χειρότερα ένστικτα επιβολής και αντιπαλότητας ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες για την επιβίωση τους. Οδηγούν τη χώρα χωρίς πρόταση και προορισμό, στο χάος και την παρακμή. Προχωρούν με πολιτικούς και κοινοβουλευτικούς ακροβατισμούς και κατά το δοκούν ερμηνεία των όρων του πολιτικού παιχνιδιού. Τρομάζουν με την ανεπάρκειά τους τον αστικό κόσμο της χώρας, ο οποίος έχει άρει την εμπιστοσύνη του εμπράκτως μεταφέροντας τα κεφάλαιά του στο εξωτερικό, άλλο ένα χτύπημα στο ολιστικό face loss που υπέστη η χώρα. Ποινικοποιούν στην κοινωνική συνείδηση το νόμιμο δικαίωμα προστασίας της περιουσίας του καθενός, με στόχο να χειραγωγήσουν τη ροή του πλούτου με τις παραδοσιακές αδιαφανείς μεθόδους του κομματικού κράτους. Έχω, σε όλους τους τόνους, ξεκαθαρίσει ότι ο αστικός πολιτικός κόσμος δεν πρέπει να κιοτέψει. Γιατί αποτελεί το μόνο ανάχωμα στην πολιτική αποσύνθεση του τόπου.
Η χώρα ακυβέρνητη οδεύει σε μια μακρά περίοδο ακραίων πολιτικών και, συνεπακόλουθα, κοινωνικών εγκλημάτων. Στο όνομα της επιβίωσης θα τσαλαπατούν εφ’ εξής οι κυβερνήσεις με την ελλιπή πολιτική νομιμοποίηση, κάθε μορφή συνεκτικότητας της κοινωνίας και αποδοχής των στοιχειωδών κανόνων της Ελληνικής κρατικής οντότητας. Ο κίνδυνος του λαϊκισμού των πολλών μικρών κομμάτων ισορροπεί με τον κίνδυνο της ανευθυνότητας των κομμάτων εξουσίας. Κόμματα εξουσίας που ακόμα και σήμερα δεν επιθυμούν να εξεύρουν λύσεις, παρά μόνο να διαιωνίσουν το κατεστημένο μοντέλο τους.
Στην Ελλάδα δεν ψηφίζουν «Ελβετοί φεντεραλιστές» που θα εκτονώσουν την οργή τους στην κάλπη με λογική χωρίς συναίσθημα. Την επόμενη ημέρα των εκλογών, ανεξαρτήτως αποτελέσματος και διαμόρφωσης κυβέρνησης, δεν θα δημιουργηθεί αυτόματα ένα δίχτυ προστασίας των πολιτών που θα τους διασώσει από τον μέχρι σήμερα διωγμό. Την επόμενη ημέρα δεν θα υπάρξουν περιθώρια λύσης, αλλά ανταγωνισμός προσωπικής ματαιότητας ηττημένων και νικητών. Το πολιτικό νταηλίκι και οι εύκολες και ανόητες θέσεις θα αποτελέσουν το σημείο τριβής και το έναυσμα για το μεγαλύτερο βάθεμα του διχασμού μιας κοινωνίας χωρίς όραμα.
Το πολιτικό πρόβλημα της χώρας δεν αφορά, βέβαια, μόνο την Ελληνική Φαβέλα και τον οπορτουνισμό των πολιτικών ταγών της χώρας. Ούτε και τράφηκε χωρίς ευθύνη της Ευρώπης, των δανειστών και των εταίρων. Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι σύμπτωμα και όχι η ασθένεια μιας Ευρώπης που αδυνατεί να διαχειριστεί πολιτικά τα προβλήματα των λαών της.
Δεν χρειαζόμαστε ακόμα μια κυβέρνηση «βίας και νοθείας», από προπαγανδιστικούς μηχανισμούς εικονικής πραγματικότητας των ΜΜΕ, που αλλοιώνουν την επιθυμία των Ελλήνων. Ούτε και η Ευρώπη αντέχει άλλες τέτοιου είδους στρεβλώσεις. Οι Έλληνες έχουν ανάγκη μιας ισχυρής πλειοψηφίας που θα ξεκινά από μια άδολη και ακομμάτιστη κοινωνική συλλογικότητα.
Το πολιτικό προσωπικό της χώρας μας, όμως, με την νοοτροπία του αρχοντοχωριάτη κοιτάζει την πυρκαγιά στο στάβλο του, αγνοώντας την λαίλαπα φωτιάς που έρχεται από την Ευρώπη. Η Ευρώπη, από την άλλη, χρειάζεται πολιτική ενοποίηση με διαδικασίες που θα αγγίζουν οριζόντια και κάθετα όλους τους λαούς που τη συνθέτουν, για να αντιμετωπίσει τη δική της μεγάλη κρίση. Μια πολιτική ενοποίηση που θα ενσωματώσει μέσα στο DNA της τα πραγματικά προβλήματα της καθημερινότητας, των ανισοτήτων και των ιδιαιτεροτήτων που θα διαμορφώσουν το πολιτικό διακύβευμα της Νέας Ευρώπης.
Η Ευρώπη, όπως και η Ελλάδα, χρειάζεται ένα New Deal. Που να ξεκινά από την κοινή πολιτική αντίληψη των λαών της, και να καταλήγει σε μια νέα Αναγέννηση στα πρότυπα των Ευρωπαϊκών νοοτροπιών. Με σεβασμό στην βαθιά και μακρόχρονη ιστορία της γηραιάς ηπείρου. Στο πλαίσιο αυτό, εμείς στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, αξιολογούμε να ζητήσουμε σε συνεργασία με την Επιτροπή των Περιφερειών της ΕΕ να στηρίξει την πρώτη πρόταση που θα υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας Πολιτών. Αντικείμενο της πρότασης θα είναι το αίτημα για έκδοση νομοθετικής πράξης η οποία θα θεσμοθετεί τη σύσταση «Ευρωπαϊκής Περιφερειακής Ομοσπονδίας». Στόχος μας να ξεκινήσει μια πολιτική και όχι μόνο οικονομική προσέγγιση της Ευρώπης των Περιφερειών, στην αντιμετώπιση της έλλειψης πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης.
Οι λύσεις απαιτούν καινοτομία στην παραγωγή πολιτικής και όχι τρόμο στην κοινωνική συλλογικότητα για χειραγώγηση των αδυναμιών ενός λαού. Αυτό κάνουμε εμείς κόντρα στη ρητορική της κατάχρησης των δικαιωμάτων του Ελληνικού λαού, που διώκεται από το κράτος και οδηγείται με κλειστά τα μάτια στους προστάτες βαρβάρους της επόμενης βουλής. Μέρα με την ημέρα, με σκληρή δουλειά και στοχοπροσήλωση, το μοντέλο που κατίσχυσε στην Πελοπόννησο μπορεί να αποτελέσει τον οδοδείκτη για τη Νέα Ελλάδα.
*Ο Πέτρος Τατούλης είναι περιφερειάρχης Πελοποννήσου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου