Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2010

Ο ετήσιος θρήνος για το περιβάλλον.

Τέτοιες ημέρες κάθε χρόνο, η ενημέρωση βρίθει οιμωγών. Για το τέλος του κόσμου που έρχεται, για το περιβάλλον που βιάζεται, για το κακό που κάνουν στην υγεία τα εδέσματα των ημερών. Αν κανείς πίστευε στις αναλύσεις, θα είχαμε πεθάνει ίσα με 100 φορές ο καθένας, οι πάγοι θα είχαν λιώσει και συμπαρασύρει τον πλανήτη στα παγωμένα τους νερά ίσα με 1000 φορές, οι γαλοπούλες και τα μελομακάρονα θα είχαν απαγορευτεί δια λιθοβολισμού επί τη ποινή της «κοιλιοδουλείας».

Για να μιλήσουμε για το θέμα σοβαρά. Το περιβάλλον είναι σίγουρα ένα ζήτημα που πρέπει να μας απασχολεί σοβαρά. Δυστυχώς στην Ελλάδα, μας ήλθε ως μόδα, και ως τέτοια – με ελαφρότητα δηλαδή- αντιμετωπίζεται. Η «πράσινη ανάπτυξη» του πρωθυπουργού βρήκε απάντηση στην «αειφορία» του κ. Σαμαρά, λες και το όλο θέμα είναι να εξευρεθεί ο περισσότερο θελκτικός όρος για τα ώτα της κοινής γνώμης.

Για να κατανοήσουμε καλύτερα το πρόβλημα πρέπει να ανατρέξουμε στη ρίζα του «κακού». Ακούγεται πολύ έντονα και ειδικότερα τα τελευταία χρόνια ότι για όλα τα δεινά φταίει η σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία με τους άκρατους και ανεξέλεγκτους ρυθμούς ανάπτυξης. Έχουν μάλιστα τεθεί επί τάπητος ακόμη και προτάσεις για περιορισμό της ανάπτυξης και για από- ανάπτυξη στο πλαίσιο μιας αναδιανεμητικής κοινωνίας.

Ας είμαστε ρεαλιστές. Χωρίς να μπούμε στα βαθιά νερά της ηθικής πρέπει να θυμηθούμε ότι το μόνο πείραμα της αναδιανεμητικής κοινωνίας που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα, το Σοβιετικό, άφησε πίσω του τις μεγαλύτερες οικολογικές πληγές και το χειρότερο πυρηνικό ατύχημα της ιστορίας.

Ας σημειωθεί δε, ότι η αντιοικολογική οικονομική δραστηριότητα δεν οφείλεται στην ανάπτυξη, αλλά σημειώνεται στο στάδιο της πρωταρχικής συσσώρευσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους «Δείκτες Διατήρησης του Περιβάλλοντος», οι αναπτυγμένες χώρες του ΟΟΣΑ εμφανίζουν τα καλύτερα αποτελέσματα, ενώ οι ανελεύθερες χώρες βρίσκονται στις τελευταίες χώρες.

Έχω την αίσθηση ότι εμείς σήμερα συνεχίζουμε να μιλούμε για το περιβάλλον με την συντηρητική ορολογία του παρελθόντος. Ο συντηρητισμός, ωστόσο, σε κάθε περίπτωση είναι η ανελεύθερη επιλογή. Η «ελεύθερη πολιτική για την οικολογία» είναι μια εξαιρετικά νέα ιδέα, που σημαίνει καρτ’ αρχήν την υπέρβαση της «επιστημονικής οικολογίας» και τη μετάβαση στη νέα εποχή της «πολιτικής οικολογίας». Κι αυτό, διότι, για να φτάσει μια ιδέα από τα κλειστά επιστημονικά φόρα και τα τεχνοκρατικά think tanks στην ίδια την κοινωνία πρέπει να εκφραστεί με όρους ιδεολογίας προκειμένου να γίνει συνείδηση. Την ίδια στιγμή, ένα ακόμη στοιχείο έρχεται να προστεθεί στην καινούρια αυτή ιδέα, που είναι η παγκοσμιοποίηση. Για να είμαστε ξεκάθαροι. Η παγκοσμιοποίηση ήλθε για να μείνει επειδή είναι απότοκος της τεχνολογικής έκρηξης του 20ου αιώνα. Ανατρέπει κοινωνικές σχέσεις που είχαν σμιλευτεί επί αιώνες. Τα προβλήματα της όμως – και οι όσες αναμφίβολες συνέπειές της στο περιβάλλον- δεν λύνονται, παρά μόνο με περισσότερη παγκοσμιοποίηση, και κυρίως με την παγκοσμιοποίηση της πολιτικής.

Αυτά για τη θεωρία, που μπορεί να απασχολεί προηγμένες χώρες και συνεπώς όχι εμάς. Ας έλθουμε στα καθ’ ημάς. Οι παραβάσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον και για τις οποίες καλείται η Ελλάδα να πληρώνει δυσβάσταχτα πρόστιμα στην ΕΕ είναι πολλά. Η εξήγηση είναι απλή και έχει να κάνει ασφαλώς ….με τα συμφέροντα. Ένα απλό παράδειγμα. Η χρήση πετρελαίου ντήζελ και όχι βενζίνης έχει κριθεί και ενεργειακά συμφέρουσα, αλλά και πιο φιλικά προσκείμενη στο περιβάλλον. Παρά ταύτα, στην Ελλάδα, δεν επιτρέπεται στα μεγάλα αστικά κέντρα, παρά μόνο στην περιφέρεια. Γιατί συμβαίνει αυτό; Οι δύο μεγάλες οικογένειες που μονοπωλούν την συγκεκριμένη αγορά δεν έχουν καμία διάθεση να δαπανήσουν για νέες εγκαταστάσεις σε μια τεχνολογία που είναι πιο απαιτητική από αυτήν που χρησιμοποιείται σήμερα.

Τα πράγματα είναι τόσο απλά. Όλα τα υπόλοιπα είναι ψευτο- λεονταρισμοί (εκείνων που δήθεν θέλουν να πιάσουν τους κερδοσκόπους), ψευτο-συναισθηματισμοί (εκείνων που βλέπουν τον κόσμο με το ανορθολογικό μάτι του αριστεριστή οραματιστή) και κυνήγι λαϊκιστικής ορολογίας.

*Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Χώρα" στις 4 Ιανουαρίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: